9.3.11

(My) radio daze




..:: Ένα κείμενο
για το e-tetradio ::..




Θυμάμαι τον παππού μου να κάθεται στην πολυθρόνα του με ένα καφετί τρανζίστορ (μη με ρωτάς τι είναι, μικρή μου, just google it) και να ακούει «τα κρατικά». Ήταν κηπουρός στα εξοχικά τότε, των βορείων προαστίων και δεν έπεφτε ποτέ για ύπνο πριν ακούσει το βραδινό δελτίο καιρού. Για τηλεόραση φυσικά, ούτε λόγος. Δεν είχαμε από δαύτο, καρντιά μου. Περιμένοντάς, λοιπόν, ν’ ακούσει τον καιρό, άκουγε και όλα τα ραδιοφωνικά θεατρικά του Δευτέρου Προγράμματος. «Άμλετ» με τον Χορν και τη Λαμπέτη, «Φιλουμένα Μαρτουράνο» και «Ήταν όλοι τους Παιδιά μου», Άννα Συνοδινού, Αλέξη Μινωτή, Κατίνα Παξινού, Μαίρη Αρώνη, Γιώργο Παπά, αργότερα τον Πέτρο Φυσσούν να διαβάζει Παπαδιαμάντη.
Κι ενώ στο Δεύτερο Πρόγραμμα ζωντάνευαν παραμύθια με λόγια, στο Τρίτο κυριαρχούσε η παραμυθία των ήχων. Μια φορά, μετά από χρόνια, την εποχή που ξεφόρτωνα κοντέινερ με ανταλλακτικά μοτοσικλετών στον Άγιο Παύλο στο Σταθμό Λαρίσης, αναζητώντας τους ήχους εκείνων των απογευμάτων στο σπίτι, τόλμησα να βάλω Τρίτο πρόγραμμα την ώρα που ξεκινούσαμε τη δουλειά στις 6 το πρωί -Debussy έπαιζε. «Ποιος πέθανε;» με ρώτησαν. Έτσι, άλλαξα σταθμό. Για χρόνια.
Με το ραδιόφωνο ξανασχολήθηκα στα τέλη των 80s, ως ρόκερ πια. Έχοντας εξορίσει από τη ζωή μου τα FM, τα συνάντησα ξανά, αυτή τη φορά εκ των έσω, όταν βρέθηκα σε ραδιοφωνικά στούντιο δίνοντας συνεντεύξεις με το συγκρότημά μου, τους Bαβέλ 69. Για πρώτη φορά θα γνωρίσω φωνές, όχι πια ακούγοντάς τις απλά μέσα από τα ερτζιανά, αλλά παρακολουθώντας τις με τα ίδια μου τα μάτια, ως πρόσωπα ομιλώντα στο μικρόφωνο. Κάποια θα τα ερωτευτώ, κιόλας.
Αυτά τα πρόσωπα αναζητώ και σήμερα. Δεν ακούω πια ραδιόφωνο - ακούω ανθρώπους. Tο ραδιόφωνο έπαψε να υπάρχει για μένα ως μέσο πρωταρχικής ενημέρωσης, όπως και για πολλούς ακόμη φαντάζομαι, τη στιγμή που αποκτήσαμε τη δυνατότητα να διαβάζουμε ακηδεμόνευτες ειδήσεις στο δίκτυο ή να ακούμε τους καινούριους Radiohead πριν καν πάρει στα χέρια της το promo η εταιρία τους στην Ελλάδα.

Τι ακούω, λοιπόν;
Τον Γιάννη Πετρίδη. Η φωνή του με γαληνεύει και, καθώς είχα τη χαρά να τον γνωρίσω και να του κάνω κάμποσες φορές συνέντευξη, κάθε φορά που τον ακούω έχω την αίσθηση ότι τον βλέπω μπροστά μου. Στην κουζίνα του ακούει σάουντρακ και στο καθιστικό του μια μεγάλη οθόνη είναι μόνιμα συντονισμένη στο MTV εικάζω όχι στο ελληνικό. «Να προσέξεις αυτό το συγκρότημα, τους Franz Ferdinand, frontman τους είναι ένας Έλληνας και θα κάνουν τη διαφορά ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ», μου είχε πει ένα πρωί στο Κορωπί, πριν κάτι χρόνια. Προσέχω πάντα, κύριε Γιάννη, όλα όσα λες, να σαι καλά.

Τον Τζιμάκο. Aπό τις Μουσικές Ταξιαρχίες στη La Luna μέχρι σήμερα, έχουν περάσει έτη φωτός και ο Πανούσης έχει πάντα την ίδια λάμψη στο βλέμμα. Το ίδιο φονικό χαμόγελο, του ανθρώπου που έκανε τη δουλειά του. Τα λόγια του είναι προσεκτικά καλοακονισμένα, διαλεγμένα με φροντίδα και σπουδή, από τα πιο σατανικά λογοπαίγνια του παραισθησιογόνου δηλητηρίου του. Όσο πιο αιχμηρά, τόσο πιο πολύ γελάς - ελπίζω πικρά, μοναδικέ του ακροατή. Πέρυσι, τη στιγμή που μπροστά στο φακό αρνιόταν το βραβείο του STATUS για τη «Ραδιοφωνική Προσωπικότητα της Χρονιάς» που είχα πάει να του παραδώσω, μου είπε: «δεν είμαστε για να παίρνουμε βραβεία, αλλά για να παίρνουμε τα βουνά». Θα εννοεί εκείνο το νησί στις κεντρικές Κυκλάδες.

Τον Κωνσταντίνο Τζούμα. Τα πρωινά που βρέχει, για να πάω στη δουλειά μου στο εξωτικό Κορωπί, δεν οδηγώ τη μηχανή αλλά το αμαξάκι μας, ένα πολυταξιδεμένο Atos. Το καλοδιατηρημένο όχημα, μοντέλο της χρονιάς που ο Prince τραγούδησε ότι θα έπρεπε να κάνουμε «party like its 1999», ως άλλη «Christine» χορεύει στο βρεγμένο οδόστρωμα με τις μουσικές της Κατερίνας Καφετζή, της «ΚάφΚα», όπως την αποκαλεί ο βελούδινος πρίγκιπας των ερτζιανών, Τζουμ Ντε Λα Τζουμ Ντε Λα Φουέντες. Βγαλμένες από την εποχή που το ραδιόφωνο ήταν λόγος και ήχος και όχι playlist με ποσοστώσεις από κάτι ξεφτιλισμένα charts, οι μουσικές της Κατερίνας γίνονται το (ιπτάμενο) χαλί και η αφορμή για να ξετυλίξει ο Κωνσταντίνος την πιο απαστράπτουσα λεκτική ευμάρεια που μπορείς να ακούσεις από άνθρωπο, στις 10.30 το πρωί. Είναι φορές που μέσα σε καταρρακτώδη βροχή, η ΚάφΚα έχει την έμπνευση να παίξει, ας πούμε, μια άρια της Κάλλας τότε δυναμώνω την ένταση όσο αντέχει η γερασμένη καμπίνα και το αμάξι γίνεται ένα βαθυσκάφος, ενώ η φωνή του Τζούμα χαϊδεύει τα ηχεία διαβάζοντας το βιβλίο ενός νέου κατακλυσμού, που θα ξεπλύνει τα πάντα.

Συνηθισμένος να μην παίρνω και πολύ στα σοβαρά όσα μου συμβαίνουν, πριν κάμποσα χρόνια, έκανα κι εγώ ραδιόφωνο. Με μοναδική μου εμπειρία ως τότε κάτι πειρατικές απόπειρες, βρέθηκα στον πρώτο μου «μεγάλο σταθμό» στις πρώτες μέρες του Red FM 96,3, την εποχή που παίζαμε το You Stole My Heart Away από Lucky Jim και εκείνο τον φοβερό δίσκο του Tim Booth με τον Angelo Badalamenti.
Έξι με δέκα, κάθε πρωί. Ωραία εμπειρία δεχόμουν τηλεφωνήματα από τροφίμους στο Δαφνί (μόνιμη καζούρα από τους συναδέλφους για έναν τύπο που συστηνόταν ως Billy Idol) μέχρι έναν χειριστή γερανού στα ολυμπιακά έργα («είμαστε στον αέραααα» μου φώναζε στο τηλέφωνο στις 6.30 το πρωί) αλλά δεν θα το ξανάκανα. Όχι επειδή είχαμε playlist, αλλά επειδή θα μπορούσε να ήταν καλύτερα. Εκεί συνάντησα κάποια από τα καλύτερα παιδιά στο χώρο: τον Σπύρο Σεραφείμ που τον ακούτε σήμερα στον ΒΗΜΑ FM, το τρελό «άλογο κούρσας» Μάκη Παπασημακόπουλο, τον πάντα χαμογελαστό Νάσο Κοντοπάνο, τον Γιάννη Κουλουκάκο που αυτή τη στιγμή διαχειρίζεται τον παλιό Ανδρομέδα προωθώντας local bands, και τον τότε διευθυντή μας, έναν σπουδαίο τύπο που η απουσία του είναι αισθητή από το αθηναϊκό ραδιόφωνο, τον Φίλιππο Ταλάντη.
Συνέχισα στο Mad Radio. Τα γκομενάκια, το mainstream, το hype, είναι αξεπέραστα αφροδισιακά, man. Κουράστηκα, ευτυχώς όχι σύντομα. Στη συνέχεια, έκανα και δικτυακό (όχι σεξ). Σε κάποιο κατώτερο των περιστάσεων «αυτοδιαχειριζόμενο ραδιόφωνο» που ως φαίνεται, είχε περισσότερο ανάγκη την ακροαματικότητα των troll (google it, μωρή τρελή, λέμε), παρά την ομαδικότητα. Την έκανα. Και όχι αναίμακτα, αλλά θυσιάζοντας φιλίες.

Σήμερα, στο αυτοκίνητο, έχω 6 σταθμούς περασμένους στη μνήμη: #1 Eν Λευκώ, #2 Kiss FM για τα zapping, #3 Τρίτο Πρόγραμμα, #4 μπαλαντέρ για ειδησεογραφικούς, #5 ERA 2 και #6 Kosmos Radio την ώρα που φεύγω παίζει ένας άνθρωπος που εκτιμώ τη νηφάλια ευαισθησία του, ο Προκόπης Δούκας.
Και στο σπίτι;
Το ραδιόφωνο-ξυπνητήρι είναι μόνιμα συντονισμένο στον Εν Λευκώ (στα 60' κλείνει αυτομάτως). Έχουμε κάνει έρωτα ακούγοντας War και το Four Corner Room, τι καύλα! Από κει και πέρα, το χάος.
Θα μου πεις, υπάρχει και το δίκτυο, σωστά; Λάθος. Με εξαίρεση ορισμένους ευγενείς Μικρούς Πρίγκιπες που ζουν στο δικό τους εύκρατο διάστημα, όπως ο Γιάννης Νένες, ο κάθε πικραμένος ανοίγει ένα Winamp και όποιον πάρει ο διάολος του podcast (sorry, κορίτσια).
Είναι φορές που μου λείπει ο μακαρίτης ο Γιαννουλόπουλος έχω ακόμη ηχογραφημένες από το 9.84 τις live μεταδόσεις του από τον Λυκαβηττό στις συναυλίες των Manhattan Transfer και του Pat Metheny (120άρα κασέτα και δεν χώρεσε!). Μου λείπει ο Πλάτωνας Ανδριτσάκης στο 4ο Πρόγραμμα, o Ιλάν και ο Jazz Fm με τα 7λεπτα swing και τα λίγα λόγια. Η Αθήνα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που δεν έχει έναν γαμημένο jazz σταθμό.
Όπως τα βλέπω και τα ακούω - σήμερα, για μένα υπάρχουν δυο ειδών ραδιόφωνα. Εκείνο των λαϊκών (popular, ντε) τσαρτς επιτυχιών και εκείνο του ονείρου. Αυτό που «ακούγεται πολύ» και αυτό που ονειρεύεσαι. Πριν καιρό, την εποχή που o διεθνής συνδρομητικός ΧΜ Satellite Radio διαφήμιζε την έναρξη μιας σειράς ραδιοφωνικών εκπομπών με τον Bob Dylan, προσφέροντας free sign-in και μια βδομάδα δωρεάν συνδρομής, είχα την ευκαιρία να ακούσω τον old Βοb να κάνει εκπομπή. Το πρόγραμμα είχε κεντρικό θέμα (λόγω πανσελήνου) το φεγγάρι. Η ένρινη, γερασμένη φωνή του, στην αρχή της εκπομπής, μας καλωσόρισε λέγοντας: «Απόψε θα μιλήσουμε και θα ακούσουμε Lunar melodies, τραγούδια για το φεγγάρι. Κάποιοι, μια φορά κι έναν καιρό, πίστευαν ότι είναι φτιαγμένο από τυρί, κάποιοι άλλοι όμως πίστεψαν ότι μπορούν να περπατήσουν πάνω του». Ακριβώς.

No comments: