10.10.09

«Ελλαδέξ»

Αυτήν ξέρετε, αυτήν εμπιστεύεστε: την κατάληξη –εξ, σε μια σειρά βιομηχανικών προϊόντων και επωνυμιών που άφησαν τη δική τους εποχή στην προβιομηχανική Ελλάδα.


Ανατρέχοντας στο λεξικό Μπαμπινιώτη, στο λήμμα «σπορτέξ», πληροφορούμαστε ότι «το λατινογενές καταληκτικό επίθημα –εξ, δηλώνει χημικό, φαρμακευτικό ή βιομηχανικό προϊόν».
Τώρα αν σας φαίνεται λιγάκι δύσκολο να πιστέψετε ότι μια λέξη όπως η «σπορτέξ» συγκαταλέγεται σε μια από τις τρεις αυτές κατηγορίες, δεν έχετε άδικο. Κάποιες άλλες όμως, όπως οι αφρολέξ, πυρέξ, λατέξ κ.ά. εμπίπτουν ακριβώς.
Εξαιρείται πιθανόν το μουλινέξ, που μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει ανακαλύψει σε τι ακριβώς αναφέρεται.


Ωστόσο, μπορεί το λεξικό του Μπαμπινιώτη να κρύβει τόσο γοητευτικές ετυμολογικές λεπτομέρειες, δεν αναφέρει όμως τίποτε για την πατροπαράδοτη ξενομανία μας. Κι αυτό γιατί η κατάληξη –εξ σε μια σειρά ελληνικών «ονομάτων προέλευσης», από βιομηχανικά προϊόντα και φίρμες εταιριών, χρωμάτων, ιατρικών παρασκευασμάτων, ξυραφακίων, μαλακτικών για το πλύσιμο και κύριος οίδε τι άλλο, χρονολογείται από τις απαρχές του σύγχρονου νεοελληνικού κράτους.


Ποιος μπορεί να ξεχάσει το «Πλυντηρέξ» σε - κάθε - πλύση – με – το - απορρυπαντικό, την αειθαλή εταιρία επικαλύψεων στεγών και δωμάτων «Νεοτέξ», την ιδρυθείσα το 1945 «Χρωτέξ» και μεγάλη αντίπαλο της πάλαι ποτέ κραταιάς «Vitex» (έτος ιδρύσεως 1932), την φαρμακοβιομηχανία «Βιανέξ» («Ποιότητα στη Παραγωγή - Φροντίδα για τον Άνθρωπο»), το κραταιό «Συρτέξ», τη χλωρίνη που απαιτούσε εμπιστοσύνη «Κλινέξ», ή τα περίφημα «στρωματέξ» που προηγήθηκαν των στρωμάτων με ελατήρια;

Όπως ακριβώς ο ιδιοκτήτης με το επώνυμο Ζωναράς βάφτισε το ζαχαροπλαστείο του «Zonar’s» ώστε «να μπορεί η αριστοκρατία να τρώγει την πάστα της λιγάκι ακριβούτσικα», έτσι και οι περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις στις δεκαετίες εκείνες λίγο πριν και λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο, για να δειχθούν εφάμιλλες των ευρωπαϊκών και σε μια καθυστερημένη προσπάθεια εκβιομηχάνισης της Ελλάδας, έκαναν μόδα την κατάληξη –εξ.
Μέσα σε λίγα μόλις χρόνια και από επιχειρηματικό κόμπλεξ κατωτερότητας, συνήθως «για να μη μείνει πίσω στις εξελίξεις», ο κάθε επίδοξος βιομήχανος βάφτιζε το προϊόν του στο «εξ» το εξώτερον και είχε το κεφάλι του ήσυχο.
Η κατάσταση μάλιστα, είχε πάρει τέτοιες διαστάσεις προκαλώντας συχνά τη χλεύη των οξυδερκέστερων, ώστε ο Γιώργος Σεφέρης φέρεται να χαρακτήρισε σε ανύποπτο χρόνο τη χώρα "Ελλάδα του Ελλαδέξ".


Δεν γνωρίζουμε αν ο Έλληνας Νομπελίστας είχε υπόψη του ότι η κατάληξη αντλούσε την καταγωγή της από τα λατινικά, με αναγωγές στην Αναγέννηση και στην εποχή που οι επιστήμες οι οποίες άρχιζαν τότε να αναπτύσσονται, σε αντιδιαστολή προς τη θεοκρατία του Μεσαίωνα, στράφηκαν προς τον κλασικισμό.
Τότε, τα ελληνικά και τα λατινικά είχαν την τιμητική τους και η ορολογία (του ο,τιδήποτε) άρχισε να αποδίδεται με λέξεις λατινοπρεπείς και επιστημονικά ονόματα όπως π.χ. Μyxomatosis - όνομα που εκτός από τραγούδι των αλαφροϊσκιωτων Radiohead είναι και μια σπάνια ασθένεια των Oryctolagus cuniculus (που δεν είναι άλλα από τα ευρωπαϊκά κουνέλια, τα κοινά, τα κοινότατα).
Το μόνο που φαντάζει ως και σήμερα οξύμωρο είναι πώς επικράτησε τέτοια ξενική ονοματοδοσία στην Ελλάδα του ’40 και του ’50, μια χώρα που επέμενε να χρησιμοποιεί γενικευμένα, ξένα ονόματα με εξελληνισμένη γραφή όπως: Πλατεία Κάνιγγος, Ουίνστον Τσέρτσιλ, Ριτσιότι Γαριβάλδης ή Φραγκίσκος Βάκων, ανάμεσα στα οποία, εκεί που διάβαζε κανείς για «το ταξίδι του Αλφρέδου Ντε Μυσσέ από τη Χάβρη στη Λίλλη», παρεμβάλλονταν διαφημίσεις για τις ξυριστικές λεπίδες Violex.
Και δεν είναι επιχείρημα ότι αυτό πιθανόν συνέβαινε επειδή ο κόσμος τότε ήξερε περισσότερο να μιλά παρά να διαβάζει. Όλα εν τέλει είναι απλώς και μόνο ζήτημα οπτικής.
Σαν να ήθελε να υπογραμμίζει ακριβώς αυτό, λίγα χρόνια αργότερα, το 1975, στον δίσκο βινυλίου με τίτλο «Ελλαδέξ» του Γιάννη Λογοθετίδη, ο εμβληματικός Δημήτρης Πουλικάκος θα ερμήνευε τρια κομμάτια. Στο ένα απαίτησε να αναφέρεται ως Δημήτρης Πουλικάκος, στο δεύτερο που ήταν σοβαρότερο, ως Δημήτριος και στο τρίτο ως Μήτσος.


Eξ, βρεκεκέξ
Το αρχαιότερο «-εξ» κατάληξης, που απαντάται στην ελληνική γλώσσα, χρονολογείται από τον 5ο π.Χ. αιώνα και δεν είναι άλλο από το «βρεκεκέξ», που ακούγεται στους «Βατράχους» του Αριστοφάνη. Αποτελούσε επιφώνημα του χορού, σε μια παράσταση που θα συγκρίναμε με μια σημερινή θεατρική υπερπαραγωγή, αφού ξαφνικά και μόνο για μια σκηνή, εμφανίζονταν στη σκηνή δυο χορικά και όχι ένα όπως συνηθιζόταν.



-δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Homme

-Η αρχική φωτό - εξώφυλλο του Γιάννη Λογοθετίδη "Ελλαδέξ" είναι από το siteblog του Spirosmp3.



















No comments: